ἀκαμάτου

ἀκαμάτου
ἀκάματος
without sense of toil
masc/neut gen sg
ἀκάματος
without sense of toil
masc/fem/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Βλαχογιάννης, Γιάννης — (Ναύπακτος 1867 – Αθήνα 1945).Ιστοριοδίφης και λογοτέχνης. Από την κοινή ονομασία της γενέτειράς του (Έπαχτος), υιοθέτησε το φιλολογικό ψευδώνυμο Γιάννης Eπαχτίτης. Η μητέρα του είχε σουλιώτικη καταγωγή· η προμάμμη του, Λαμπρογκιώναινα, ανήκε σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”